Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

μια εισαγωγή σε ένα ποίημα παλιό



 (Η ποίηση δεν είναι ανέξοδη, μας οδηγεί στην αποφασισμένη μοίρα του ανθρώπου)
Σκέφτομαι συχνά το αναπάντεχο. Το «τι θα γίνει αν...»
-Ποτέ δεν απαντώ-

Γράφω συχνά τις λέξεις π’ αγαπάω.
Τις λένε και τις ξέρουν λίγοι.
-ίσως γι’ αυτό, που είναι άσπιλες, είναι ακόμα τους στιλπνές, σα μετάξι στη γλώσσα, στο χαρτί.

Τ’ αναπάντεχο κι οι λέξεις συνθέτουν σκέψη.
Σκέφτομαι και μιλάω στον εαυτό μου- αντηχούν τα ενδότερα.
Ο θάνατος-λέω- καραδοκεί.
Κι ο τρόμος.

Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

Φύσηξε αέρας και μπερδεύτηκαν μαλλιά και μυαλά


 ...ή οι σκέψεις ενός Μάη που κοχλάζει

-Γιατί τα πράγματα συνεχίζουν να ταξιδεύουν προς ένα ερεβώδες τίποτα; Γιατί ενώ όλοι διαμαρτυρόμαστε, η κατάσταση παραμένει στάσιμη;
-Πότε οι άνθρωποι θα ξεκουμπώσετε από πάνω σας όλα εκείνα τα παλτό σας τα ραμμένα από μίση και κακεντρέχειες και μικρότητες και δυστυχίες;
-Πώς θα γίνει να αλλάξει το πανεπιστήμιο και ο κόσμος και η ζωή και τα μυαλά αν δεν αλλάξεις ΕΣΥ;
-Χαμογέλασες καθόλου σήμερα; Ένιωσες κάτι όμορφο;
-Είστε έτοιμοι για αληθινή επανάσταση, ή μόνο να μιλάτε ξέρετε;
-Σάμπως και έχετε ιδέα τι είναι αληθινή επανάσταση;
-Μήπως κάνω κακό στο κίνημα που τα σκέφτομαι όλα αυτά; Μήπως δεν πρέπει να υπάρχουν καν ανεξάρτητοι φοιτητές γιατί «δεν έχουν κάποιο  πολιτικό κενό να συμπληρώσουν»;
-Η ζωή σου και η ζωή μου σφύζει από κενά. Το πανεπιστήμιο  σφύζει από κενά. Η ΓΣ μπορεί και να έχει μουχλιάσει, οι φοιτητές μπορεί να βαρεθήκανε τα ίδια και τα ίδια.
-Το έχεις σκεφτεί αυτό; Απάντα γαμώτο. Έστω από μέσα σου.
-Τώρα χαμογελάς, έτσι; Και νιώθεις τι; Ενοχή στα κρυφά, ειρωνεία, απάθεια, τι;
-Δε με νοιάζει.
-Ψέματα. Ψέματα;
-Κάθε μέρα ξυπνάω με ιδέες και με αγάπη και με διάθεση και με αγκαλιά και έρχομαι στη σχολή και γαμιούνται άξαφνα όλα. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά. Νιώθω συνήθως  έναν ακαθόριστο φόβο και νιώθω να με φοβούνται, ή να με μισούν, ή να με χλευάζουν, ή να περιμένουν πολλά από μένα, ή να με αγαπούν και να περιμένουν αντάλλαγμα και θυσία. 
-Φοβάσαι καμιά φορά να εκτεθείς με τα ρούχα που σου γουστάρει να φορέσεις, με το άρθρο που σκέφτηκες να γράψεις, με τις  παρέες και τα στέκια και τις συνήθειες που επιλέγεις να έχεις;
-Όχι, και βέβαια όχι, εγώ δε φοβάμαι μήπως εκτεθώ, όλοι ζούμε εκτεθειμένοι, σαν ιδρωμένα, τρομαγμένα ζωάκια κάτω από τις αδιάκριτες ματιές-προβολείς  ΟΛΩΝ. Αυτοί στους οποίους εκτίθεσαι, είναι εκτεθειμένοι ανά πάσα στιγμή σε σένα και σε όλους τους άλλους.
-Η δημοκρατία που πιπιλίζουν αδιάκοπα κάποιοι πρέπει κατά τη γνώμη τους να λειτουργεί με όρους. Αλλά έχουν το δικαίωμα να έχουν αυτή την άποψη, όσο κι αν δε μας αρέσει. Ξέρετε γιατί;
-Γιατί έχουμε δημοκρατία.
-Σοβαρά; Και μες στο πανεπιστήμιο; Μη μου πεις και μες στη Γ.Σ!; (Σςςς…. μη λες τέτοια, δε θα’ ρθει κανείς-μα σε νοιάζει απλώς να έρθει κόσμος και να ψηφίσει το πλαίσιό σου, δε σε νοιάζει να έρχονται συνειδητά;-Με νοιάζει απλώς μη λες…-Να μη λέω τι; Για τα ξύλα και τις φωνές να μη λέω; Και τα ξεκατινιάσματα; –Μην είσαι, μωρέ, υπερβολική, τώρα…)
-Ο καθένας μας έχει το δικό του σύμπαν μέσα στον εγκέφαλό του. Άσε με να έχω το δικό μου-είμαι ειλικρινά αβλαβής γιατί επέλεξα το δρόμο της φωνής. Μπορώ να παραγάγω πολιτική ακόμα και αν δεν έχω διαβάσει όσα εσύ, ακόμα και αν μπερδεύω κάποια ονόματα, κάποιες ημερομηνίες και γεγονότα. Αλλά είμαι κάθε μέρα στις πλατείες και στα τρένα, και βλέπω τα πρόσωπα και ακούω τις σφιγμένες ανάσες των ανθρώπων  την ώρα που εσύ παπαγαλίζεις τη γραμμή του κόμματός σου σε κάποιον πρωτοετή που ντρέπεται να σου πει να σκάσεις.
- Είναι ντροπή να πηγαίνεις για ψώνια και να κάνεις έρωτα τον καιρό του μνημονίου;
-Είναι τόσο δύσκολο να μαζευτούμε όλοι κάπου και να μιλήσουμε όλοι χωρίς περιττά και κομπορρήμονα λόγια και να βρούμε μια λύση; Όλοι μαζί ειρηνικά και σα σύντροφοι;
-Τόσο δύσκολο σου είναι να θυσιάσεις λιγάκι το κόμμα σου, την ιδεολογία σου, το διάβασμά σου, τόσο δύσκολο να καταλάβεις ότι όλα αυτά που προσκυνάς είναι τραγικά εφήμερα, ότι μόνο η επανάσταση θα μείνει για να θυμάσαι και να διηγείσαι κάποτε στις γενιές που θα γεύονται τους καρπούς που τώρα ιδρώνεις να δρέψεις;
-Γιατί η επανάσταση θα συμβεί, να το ξέρεις. Όσο είναι νωρίς διάλεξε τι ρόλο θα βαρέσεις: θα είσαι κομμάτι της, θα είσαι επικριτής της ή μήπως δεν ξέρεις ακόμα τι θα κάνεις; Κι αν όχι ακόμα, πότε θα ξέρεις, επιτέλους; Σε χρειαζόμαστε.
-Νιώθω ότι μπορούμε να πάρουμε στα χέρια μας τη ρημάδα την επανάσταση. Μη φοβάσαι να ακουστείς, μη φοβάσαι τα μισά μάτια που θα πέσουν να σε φάνε: πολλά από αυτά βρίσκονται σε πρόσωπα κατ’ επίφαση αγωνιστών που θέλουν την επανάσταση εκπορευόμενη μόνο από την πάρτη τους. Αλήθεια. Και αυτές εδώ οι γραμμές, να ξέρεις, αυτήν εδώ τη στιγμή, σχολιάζονται. Ωραία! Έτσι ξεκινούν τα πάντα.
-Γιατί κάθεσαι και διαβάζεις ακόμα; Ακόμα και εγώ δεν πρέπει να σε επηρεάσω σημαντικά. Να επηρεάζεσαι μονάχα από τα γεγονότα, όχι τις πομφόλυγες του κάθε δυνάμει επαναστάτη. Άσε το μυαλό σου αλώβητο από τις ιδέες που τρέχουν σα σφαίρες εδώ μέσα. Βρες τις δικές σου ιδέες, μα μην τις προσκυνήσεις, βρες τις και διάσπειρέ τις. Μα, την κρίσιμη στιγμή, τη στιγμή του δρόμου και μπορεί και του αίματος, σε περιμένω στο πλευρό μου. Αν είσαι εκεί, δε θα με νοιάξει τι είσαι. Γιατί κανείς μας δεν είναι τίποτα, αν και νομίζει ότι είναι κάτι. Δες καθαρά: μας ενώνουν πράγματα που με κάνουν να ξεχνώ τι μας χωρίζει, αν υπάρχει κάτι στ’ αλήθεια που μας χωρίζει.
-Και τότε γιατί διαφωνώ μαζί σου, μαζί σας; Γιατί με εσάς συμφωνώ; Γιατί με εσάς συζητάω πυρετωδώς και ατέρμονα;
-Έρχονται ώρες που πιστεύω πως θα ηττηθούμε. «Α, μη σπέρνεις την ηττοπάθεια στο σύλλογο…»
-Ποιον σύλλογο ακριβώς;
-Μα είναι και στιγμές που νιώθω πως έχουμε ήδη νικήσει. Που φτάνω στη νομική το μεσημέρι και ο ήλιος ανταγωνίζεται αιωνίως το παγωμένο στις παλάμες μου έδρανο. Που μιλάω με κόσμο και νιώθω τον κόσμο να αναβρύζει από την ψυχή μου, που αισθάνομαι την αλλαγή να στριφογυρνά στα σπάργανά της κι όλους εμάς να τη βαστάμε άγαρμπα, ποιητικά. Είναι στιγμές που με νιώθω να στροβιλίζομαι καταστροφικά μες στην Ομάδα που επέλεξα να με οδηγεί και να την οδηγώ. Με νιώθω ολότελα και λυτρωτικά Ομάδα και Τραγούδι και Αγάπη.
-Σε έχεις αφήσει ποτέ να πνιγείς γλυκά μες στη συντροφικότητα, μες στο μεθύσι της πίστης και της προσπάθειας για κάτι κοινό;

Το αρθροποίημα αυτό επρόκειτο να δημοσιευθεί και εντύπως...αλλά, τελικά, δεν προτιμήθηκε, είναι εύκολο να καταλάβει κάποιος το γιατί!