Γερνάς κάθε μέρα κατά εικοσιτέσσερις ώρες ανόητος είσαι αχόρταγος θηρευτής αγάπης δεν υπάρχει αγάπη, δεν υπάρχει μάταια όλα όλα τα τραγούδια σου τα γραπτά σου οι ταινίες σου τα πρόσωπα γύρω σου φλιτζάνια καφέ που γυρεύουν ερμηνείες κι εξηγήσεις ο πόνος μόνη μοίρα σου και το ψέμα γιατί δεν υπάρχουν κανόνες και αλήθειες κι ούτε εξαιρέσεις υπάρχουν απλά βαδίζεις στον κόσμο που σε φιλοξένησε σαν καλός πανδοχέας δολοφόνος είσαι δες το έντομο που σφίγγεις στα δάχτυλα γίγαντας μοχθηρός βλέπεις τηλεόραση και θες να χωρέσεις κι εσύ μες στη στενή τετράγωνη αγκαλιά της με χαμόγελο μαριονέτα χάνεις το χρόνο σου πλανιέσαι στις εποχές και στα όνειρα βουλιάζεις σε λιμνάζουσες αναμνήσεις βιάζεσαι βιάζεσαι κινείσαι γρήγορα τρομάζεις με τρομάζεις το κορμί σου ένας σπασμένος κρυστάλλινος καθρέπτης που κουβαλά εικόνες και τα τοπία τον βαραίνουν σ’ ένα φιλί ελπίζεις καημένε κι όλο τον άλλο καιρό προσπαθείς να πιάσεις χαρτιά πολυτελείας και να τα εξαργυρώσεις για να φας να ντυθείς να πας στη Μύκονο με άλλους ίδιους σου κι έτσι περνούν τα χρόνια βολτάρουν στα ρολόγια ατάραχα και κάποια μέρα θα βρεθεί στο πλευρό σου ένας απόγονος δημιουργημένος μια βραδιά ιδρωμένης μέθης και θα’ χει απορίες για τα πράγματα και θα ρωτά κι εσύ δε θα γνωρίζεις τι να πεις τι’ ναι δηλαδή συναίσθημα τι’ ναι φύση και ζώα και σεξ τι θα μπορούσε να’ ναι και στις ερωτήσεις του αποκρίνεσαι με πρέπει και χτίζεις όρια που απορρέουν από συντάγματα βασιλικά και νόμους ζωώδεις, καθωσπρεπισμούς που ξερνάνε τα περιοδικά και οι κανόνες καλής συμπεριφοράς λες και savoir vivre δε σημαίνει απλώς κάνω ό, τι νιώθω και τι κατορθώνεις; ο απόγονος μεγαλώνει και του γίνεσαι πρόγονος αδιάφορος εχμ δηλαδή αγαπημένος πού και πού σ’ επισκέπτεται ο απόγονος με τους δικούς του απογόνους στο νέο σου σπίτι το μαρμάρινο αχ τι ωραία γειτονιά όλα τα σπίτια σιωπηλά πανομοιότυπα κι αν είσαι τυχερός σ’ ανάβουνε και το καντήλι που σβήνει ο βοριάς ο θυμωμένος κι έτσι απλά γίνεσαι βορά υποχθόνιων πλασμάτων πεινασμένων σερνάμενων στο δείκτη της άρνησής σου στο κούτελο της στενής σου ασφυκτικής σκέψης χους γίνεσαι τα’ ακούς; και τότε μόνο τότε μπορείς να ψελλίσεις τ’ όνομά σου την καταραμένη σου πληγή ταυτότητα και κάθε γράμμα ένα καρφί στα χείλη σου ώσπου σωπαίνεις
Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Σ
πριν βουβαθείς ες αεί και σαν ψυχή ακόμα
Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Σ και δες τι κόσμο έχτισες κόσμο στηριγμένο σε θέαμα σιλικόνη ηθική στάχτινη σχολεία γεμάτα κενό κοστούμια φορεμένα στα σπίτια μιας ματωμένης Δημοκρατίας πυργίσκους πενηντάευρων βαθμούς διψήφιους που σε εισάγουν στην παραδεισένια κόλαση της τριτοβάθμιας αχ επαφές ποτισμένες φαρμάκι σκέψη ναρκωμένη απ’ τον καπνό της παρακμής τον τυλιγμένο σε τσιγάρα νόστιμα εύπεπτα φτηνά σαν μια ζωή που πάντα ονειρευόσουν οχυρωμένος στην καναπεδίσια ασφάλεια του κελιού σπιτιού σου.
Κι απόψε, ο ουρανός φαντάζει σαν ένα τεράστιο δίχτυ ,έτοιμο να σε ψαρέψει, καρχαρία ανθρωπόμορφε, άπληστε, μαζί με μένα, ν’ αδειάσει η Γη… κι όλα από την αρχή να ξεκινήσουν πάλι.
δεν μπορώ να προσδιορίσω με βεβαιότητα το περιεχόμενο, αλλά να φανταστώ ότι επίτηδες δεν υπάρχουν σημεία στίξης; η σκέψη ρέει ακώλλυτη! αλήθεια έγινα κάτι που στάθηκε ως αφομή γι'αυτό ή γενικές σου σκέψεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι, να πω ότι δε συμφωνώ ψέμματα θα'ταν!
auto to poiima graftike to fetino kalokairi me aformi polla gegonota, i apousia simeiwn stiksis upodilwnei ti sunexomeni endeia tou anthrwpinou genous....mia endeia stin psixi, sto mualo, sti dimiourgikotita...ki oi eksaireseis ligostes...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πεμπτουσία του κόσμου...
ΑπάντησηΔιαγραφήI pemptousia tis alitheias...
ΑπάντησηΔιαγραφήlatrevw tin apousia simeiwn stiksewn
ΑπάντησηΔιαγραφήfantazomai pws den patises ka8olou 'backspace' enw to egrafes afto!(allwste dn mporoume na patisoume backspace sti zwh mas,etsi?:P)
-Gia aftous pou polemisan me to daimona mesa tous kai exasan-
seraf....teleio sxolio....
ΑπάντησηΔιαγραφήsea4e περίεγραψες πολύ καλά την ανθρώπινη νόσο. Το ΄χεις σκεφτεί να γίνεις γιατρός;
ΑπάντησηΔιαγραφήχαχα! δε νομίζω...
ΑπάντησηΔιαγραφή